Σκαλίζοντας ένα αρχείο με άρθρα που έχω μαζέψει, έπεσα πάνω σε ένα της Sanhita SinhaRoy στο American Libraries. Και ιδού το ερώτημα της ημέρας: Πόσο οι δημόσιες / δημοτικές βιβλιοθήκες αναλύουμε τις κοινότητές μας προκειμένου να προσαρμόζουμε τις συλλογές μας σε αυτές;
Οι βιβλιοθήκες είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος δημοκρατίας όπου όλοι έχουν ελεύθεροι πρόσβαση και δικαιούνται να αξιοποιήσουν τις υπηρεσίες της χωρίς διακρίσεις κοινωνικές, οικονομικές, φυλετικές θρησκευτικές ή όποιες άλλες. Στο άρθρο που προανέφερα η Sanhita περιγράφει ότι στο Queens, NY ένας στους δύο κατοίκους είναι μετανάστης. Σε φθινοπωρινό συνέδριο, μάλιστα, στο Κάνσας Σίτυ, αφιερώθηκε ένα session υπό τον τίτλο “Welcome, Newcomers! Using Demographic Data to Better Serve Your Immigrant Communities” στο θέμα της μετανάστευσης και των δημογραφικών αλλαγών.
Με αφορμή όλα αυτά, λοιπόν, επανέρχομαι στο αρχικό ερώτημα: πόσο προσαρμοσμένες στις δημογραφικές αλλαγές είναι και οι δικές μας συλλογές αλλά και οι υπηρεσίες μας; Ας ξεκινήσουμε από το θέμα των αλλοδαπών (επιλέγω τον συγκεκριμένο όρο ώστε να συμπεριλάβω και μετανάστες και τουρίστες καθώς πολλές περιοχές, ιδίως νησιωτικές, είναι τουριστικές και άρα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν και αυτό το κοινό). Δεν ξέρω τι πολιτική για την ανάπτυξη συλλογής ακολουθείται στις τουριστικές περιοχές καθώς εργάζομαι κάπου κοντά στο κλεινόν άστυ, από το μόνο παράδειγμα που έχω κατά νου από συνομιλία με συνάδελφο που εργάζεται σε δημόσια νησιωτική βιβλιοθήκη, καταλαβαίνω ότι έχουν σχετική πρόνοια έτσι ώστε να αναπτύσσουν πολύγλωσσες συλλογές. Τι γίνεται όμως με τους μετανάστες;
Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας ελκύει οικονομικούς μετανάστες διαφόρων εθνικοτήτων. Και ενώ η βιβλιοθήκη πρέπει να είναι ανοιχτή σε όλους, αν και δεν κλείνουμε την πόρτα σε κανέναν, πόσο φιλικές είμαστε προς τους μετανάστες; Θα αναφερθώ στη “δική μου” (επιτρέψτε μου την κτητική αντωνυμία χωρίς τα εισαγωγικά παρακάτω για λόγους ευκολίας) βιβλιοθηκούλα και είστε ευπρόσδεκτοι να βάλετε το λιθαράκι σας με πληροφορίες για το τι συμβαίνει στις δικές σας. Η συλλογή του παραρτήματός μου έχει ελάχιστα ξενόγλωσσα βιβλία και αυτά είναι στα αγγλικά. Από κατά προσέγγιση υπολογισμό, για να έχετε μια πιο συγκεκριμένη εικόνα τα ξενόγλωσσα πρέπει να περιορίζονται κάπου στο 0,1% της συλλογής. Ούτε ένα λεξικό δεν έχουμε για οποιαδήποτε ασιατική ή αφρικανική γλώσσα. Και ούτε κι εγώ μιλάω κάποια απ’ αυτές. Πόσο λοιπόν, είμαστε όντως ανοιχτοί και φιλόξενοι όταν δεν μπορούν να βρουν τίποτα οικείο; Και ταυτόχρονα, αυτή η δημογραφική αλλαγή γεννά την ανάγκη αλλαγής και των υπηρεσιών μας. Είμαστε σε θέση να τους προσφέρουμε αυτό που χρειάζονται; Λογοτεχνία στη γλώσσα της χώρας τους; Θρησκευτικά κείμενά τους; Βιβλία γενικότερου ενδιαφέροντος στη γλώσσα τους; Ακόμα και μαθήματα Ελληνικών για την καλύτερη ένταξή τους στην κοινωνία; Γιατί, σας παρακαλώ, μη μου πείτε ότι δεν είναι δουλειά της βιβλιοθήκης να παρέχει και τέτοιες υπηρεσίες;!
Από την άλλη, βέβαια, πώς να δείξω τέτοια πρόνοια όταν δεν έχω κάνει ποτέ μια μελέτη κοινότητας, όταν δεν έχω στα χέρια μου τα αντίστοιχα δημογραφικά στοιχεία με αυτά που είχαν οι Fred Gitner και Wai Sze Chan εργαζόμενοι στη βιβλιοθήκη του Queens; Και ακόμη χειρότερα, πώς να δείξω τέτοια πρόνοια όταν η βιβλιοθήκη μου είναι κυρίως δωρεοβίωτη και δεν έχω κάνει προσκτήσεις εδώ και 4 χρόνια (και δεν προβλέπεται να κάνω για καμιά 10ετία ακόμα); Σε εποχή, κρίσης όπως αυτή που ζούμε, είναι απαραίτητο η βιβλιοθήκη να είναι κομμάτι της καθημερινής δράσης της κοινότητας. Γίνεται όμως αυτό να ξεκινήσει τώρα που δεν υπάρχουν πια πόροι; Μήπως αμελήσαμε να επιληφθούμε έγκαιρα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου