2012-05-17

Οι βιβλιοθήκες του 21ου αιώνα όπως τις θέλουν οι χρήστες

Πολύ συχνά διαμαρτυρόμαστε ως κλάδος για την αδικία που μας δέρνει. Για την ακρίβεια, έχει τύχει σε συζήτηση με συνάδελφο να πούμε πως οι βιβλιοθηκονόμοι είμαστε η χειρότερη παρέα γιατί όταν συζητάμε για τη δουλειά μας, πάντα διαμαρτυρόμαστε για τις άθλιες συνθήκες, τις ελλείψεις, τους χαμηλούς μισθούς και γενικά όλα τα προβλήματα που είναι γνωστά σε όλους μας.

Και φυσικά δεν πρόκειται να μας αδικήσω γιατί όντως είναι έτσι τα πράγματα. Το ζητούμενο, όμως, είναι άλλο. Κάθε μέρα απευθυνόμαστε σε ένα κοινό το οποίο έχει κάποιες απαιτήσεις από εμάς. Και κάθε μέρα φιλοδοξούμε να προσελκύσουμε νέους χρήστες, οπότε το ερώτημα που προκύπτει κατ’ εμέ είναι αν εμείς ανανεωνόμαστε.

Πώς έχουμε την απαίτηση να πετύχουμε κάτι τέτοιο όταν η εκπαίδευσή μας είναι ελλιπής σε σχέση με τις απαιτήσεις της εποχής μας; Και εξηγούμαι. Αφορμή για τη σκέψη μου αυτή ήταν το άρθρο “Does the Free Library even know what century it’s in?” (Jason Kaye, στη Philadelphia Daily News, 2012).

Στο άρθρο, ο συγγραφέας φαίνεται πως γράφει ως χρήστης της βιβλιοθήκης και ομολογώ πως δε δείχνει και πολύ ευχαριστημένος. Μπορείτε να διαβάσετε το πλήρες άρθρο εδώ αλλά για να εξυπηρετήσω το σκοπό αυτής της ανάρτησης, θα αναφερθώ σε 2-3 σημεία. Ξεκινά με μια αυστηρή κριτική λέγοντας εν ολίγοις πως θα ήταν υπερβολή να πει ότι η Free Library έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των χρηστών του 21ου αιώνα και πως υπάρχουν περισσότερα δωρεάν βιβλία στο Amazon.com απ’ ότι από το site της Free Library. Κατηγορεί την κακή πολιτική διαχείρισης συλλογής ισχυριζόμενος πως τηρούνται τεκμήρια που θα ‘πρεπε να ‘χουν απομακρυνθεί από χρόνια, όπως κασέτες VHS ή ακόμα και CD που, όπως λέει, ο μέσος 35άρης και κάτω δε θυμάται πότε αγόρασε τελευταία φορά. Η αλήθεια είναι πως ζούμε σε μια εποχή που στρέφεται σε άυλες πηγές πληροφοριών και πραγματικά αναρωτιέμαι πόσες είναι στη χώρα μας οι βιβλιοθήκες που έχουν προσαρμοστεί σ’ αυτό το νέο δεδομένο. Γιατί, λυπάμαι που το λέω, μπορεί το προσωπικό των βιβλιοθηκών να επενδύει χρόνο αναζητώντας εφαρμογές που αξιοποιούν τις νέες τεχνολογίες αλλά η αλλαγή των μορφών των τεκμηρίων απαιτεί αλλαγή στην πολιτική διαχείρισης της συλλογής και αυτό δεν εξαρτάται πάντα από το προσωπικό. Εννοείται, μάλιστα πως μια τέτοια αλλαγή απαιτεί και κάποια επένδυση (σε εξοπλισμό και προσκτήσεις) η οποία προφανώς και δεν εξαρτάται από τους βιβλιοθηκονόμους. Φυσικά, τους υπευθύνους και όχι τους βιβλιοθηκονόμους κατηγορεί και ο αρθρογράφος, αναρωτώμενος πώς γίνεται να μην βλέπουν την ανατιστοιχία που εμφανίζει η συλλογή σε σχέση με κάποιους από τους πελάτες της βιβλιοθήκης.

Μια ακόμη “κατηγορία” είναι πως οι υπηρεσίες που λαμβάνουν από τη βιβλιοθήκη δεν είναι ανάλογης ποιότητας με αυτές που θα δικαιολογούσαν οι φόροι που πληρώνουν. Αυτό, βέβαια, στη χώρα μας θα μπορούσε να το ισχυριστεί ο οποιοσδήποτε για όλες τις παρεχόμενες από το κράτος υπηρεσίες οπότε δεν το σχολιάζω περισσότερο (και πάλι πιστεύω πως, τουλάχιστον η πλειοψηφία των βιβλιοθηκονόμων αλλά και το προσωπικό άλλων ειδικοτήτων κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με τα εργαλεία που του προσφέρονται και το πρόβλημα είναι καθαρά διοικητικό / διαχειριστικό).

Αυτό που με θορύβησε, όμως, ήταν ένα υποθετικό ερώτημα που κάνει και ο τρόπος που υποθέτει ότι θα απαντηθεί. Πιο συγκεκριμένα, προτείνει στους αναγνώστες να επισκεφθούν την τοπική βιβλιοθήκη και να απευθυνθούν στον υψηλόμισθο διοικητή του παραρτήματος (λέει πως μπορεί να αμείβεται ακόμα και με $70.000 ετησίως, ποσό άπιαστο, φοβάμαι, για τα ελληνικά δεδομένα) και να τον ρωτήσουν πώς λειτουργεί μια συγκεκριμένη εφαρμογή στο Photoshop. Διαβεβαιώνει πως τότε ο μάνατζερ θα τον κατευθύνει σ’ ένα ράφι στο οποίο θα υπάρχει ένας οδηγός για το συγκεκριμένο λογισμικό ή απλά για κάτι παρεμφερές. Αυτό με προβλημάτισε! Έβαλα στη θέση τού μάνατζερ τον μέσο απόφοιτο των σχολών βιβλιοθηκονομίας της χώρας και σκέφτηκα: Κι εγώ το ίδιο θα είχα κάνει! Γιατί ακόμα κι αν έχουν περάσει 7 χρόνια από τότε που αποφοίτησα, πάω στοίχημα πως κανείς δεν έβαλε στο πρόγραμμα σπουδών το Photoshop. Αλλά ακόμα κι αν αφήσουμε το Photoshop και πάρουμε οποιαδήποτε άλλη ερώτηση σχετική με τεχνολογίες. Πόσοι από εμάς είναι πραγματικά ικανοί να καθοδηγήσουν ένα χρήστη βήμα - βήμα στη γνώση και όχι σε μια πηγή;

Οι σημερινοί 35άρηδες και κάτω δεν έχουν πια την υπομονή να ξεφυλλίζουν εγχειρίδια ψάχνοντας απεγνωσμένα να μάθουν αν η πληροφορία που επιθυμούν βρίσκεται εκεί. Και αυτό είναι που κάνει τον ακτιβιστή Kaye να έχει ένα δίκιο του. Υπάρχει λόγος που η επιστήμη μας ξεφεύγει σιγά - σιγά από τον όρο βιβλιοθηκονομία και εξελίσσεται σε Επιστήμη της Πληροφόρησης (χρησιμοποιώ ενεστώτα αν και σε αρκετές χώρες του κόσμου αυτό έχει ήδη συμβεί σε σημαντικό βαθμό). Και ο λόγος αυτός είναι γιατί με την εξέλιξη της τεχνολογίας αν δε θέλουμε να χάσουμε το ρόλο μας πρέπει να τον εξελίξουμε. Πρέπει να είμαστε ευέλικτοι και κυρίως να κατανοήσουμε πως η δουλειά μας πια δεν περιορίζεται, ή τουλάχιστον δεν πρέπει, στο να δίνουμε στο χρήστη μας την πηγή. Πρέπει να είμαστε σε θέση να του δώσουμε την πληροφορία. Και το να φτιάχνουμε σελίδες στο Facebook ή σε άλλα social networks και το να γράφουμε αναρτήσεις σε blogs δεν είναι ένδειξη ότι εκσυγχρονιστήκαμε (πριν απ’ όλους βάζω τον εαυτό μου στην κατηγορία αυτών που βαλτώνουν).

Ο ρόλος και η φιλοσοφία μας χρειάζονται εκσυγχρονισμό. Και ο λόγος που σ’ αυτή τη χώρα δεν προοδεύει ο κλάδος μας είναι τ’ ότι οι ίδιοι δεν έχουμε εμπιστοσύνη στο ρόλο μας και δεν πλασάρουμε επαρκώς τη δουλειά μας. Ακόμα θυμάμαι το μάθημα στη σχολή που η κ. Μονιάρου (την καλημέρα μου, παρεμπιπτόντως) μάς έλεγε πως οι έρευνες δείχνουν πως σε ό,τι αφορά το κύρος που αποπνέει το επάγγελμά μας σε μια κλίμακα από το 1 στο 5 οι βιβλιοθηκονόμοι βαθμολογούσαμε τους εαυτούς μας με 4. Αν εμείς δεν εκτιμάμε αυτό που κάνουμε, δεν πρόκειται να το κάνουν οι άλλοι για εμάς. Και αν εμείς περιοριστούμε στην εικόνα που έχουν οι άλλοι και δεν αγωνιστούμε να αλλάξουμε, ούτε εκείνοι θα μας δουν αλλιώς. Πρέπει να γίνουμε επιστήμονες της πληροφόρησης ώστε να παραμείνουμε απαραίτητοι για το κοινό μας αλλιώς ο κλάδος μας δεν έχει ελπίδα. Έτσι κι αλλιώς, είναι δύσκολο να πείσουμε τους νέους να πιάσουν το βιβλίο στο χέρι. Αν όχι ήδη, σε λίγα χρόνια θα είναι αδύνατον να το πετύχουμε εκτός κι αν προσαρμόσουμε τη συλλογή και το ρόλο μας στις νέες συνθήκες και τα ταυτήσουμε με την τεχνολογία.

Και νομίζω πως ο μόνος δρόμος για να το πετύχουμε αυτό είναι με την εκπαίδευση. Όχι των άλλων αλλά τη δική μας. Με ουσιαστική εκπαίδευση, με συνέδρια που πραγματικά θα προσφέρουν κάτι αλλιώς καλύτερα να μη γίνονται. Με εργαστήρια που θα μας δίνουν την εμπειρία να απαντάμε στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες του κοινού μας. Με πρωτοβουλία από τον καθένα και με ανοιχτά μυαλά.

~Γιατί τα μυαλά είναι σαν τα αλεξίπτωτα~
~λειτουργούν μόνο όταν είναι ανοιχτά ~

Thomas R. Dewar

Δεν υπάρχουν σχόλια: